Loader
 

Ιστορία των Αμφίων

Τα Ιερατικά άμφια είναι τα ενδύματα που χρησιμοποιούνται από τους κληρικούς κατά τη Θεία Λειτουργία και άλλες ακολουθίες και Εκκλησιαστικές τελετές. Ταυτόχρονα αποτελούν διακριτικά της Εκκλησιαστικής ιεραρχίας και εξουσίας. Για κάθε έναν από τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης υπάρχει ένα συγκεκριμένο ενδυματολογικό σύνολο που αντιστοιχεί στο βαθμό του διακόνου, του ιερέως και του επισκόπου.

 

Αρχικά ο όρος άμφια συναντάται στους Βυζαντινούς (μη εκκλησιαστικούς) συγγραφείς και δηλώνει πολύτιμα και λαμπρά υφάσματα. Αργότερα χαρακτηρίζει μόνο τα ενδύματα των αυτοκρατόρων και των κληρικών και στη μεταβυζαντινή εποχή μόνο τα ενδύματα των τελευταίων. Αρχικά τα άμφια και προπάντων ο μακρύς εσωτερικός χιτώνας ήταν πάντοτε λευκός (επιστολές Ιερώνυμου και Γρηγορίου του Τουρώνης). Αργότερα η ιερατική στολή άρχισε τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή να ράβεται από χρωματιστά υφάσματα. Σε αυτό συντέλεσε φυσικά και η συνήθεια των αυτοκρατόρων να φορούν κατά τις εορτές χρωματιστά ενδύματα και κοσμήματα αφού άλλωστε είναι γνωστό ότι τα άμφια δωρίζονταν στους αρχιερείς από τους αυτοκράτορες. Ήταν δηλαδή τα προσωπικά ενδύματα των Αυτοκρατόρων. Επίσης είναι γνωστό ότι οι αρχιερείς όριζαν ρούχα τους στους προκρίτους ορισμένα εκ των οποίων ήταν βασιλικά.

 

Για τη χρήση ειδικών αμφίων κατά την εποχή των Αποστόλων ή των σύγχρονών τους δεν υπάρχει καμιά ένδειξη από την Καινή Διαθήκη. Ο φαιλόνης, για τον οποίο γίνεται λόγος στην Β’ προς Τιμόθεο επιστολή, ήταν κοινό ένδυμα της εποχής, το οποίο φορούσαν αυτοί που περπατούσαν πολύ και λόγω της κατασκευής του, τους προστάτευε από το κρύο και τη βροχή. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι ο Κύριος παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, χωρίς να χρησιμοποιήσει κανένα άμφιο στην πρώτη εκείνη μυσταγωγία, αφού έγινε κατά την διάρκεια ενός κοινού δείπνου.

 

Από βιβλιογραφικές έρευνες συμπεραίνεται ότι στην Ανατολή, η καθιέρωση λειτουργικών αμφίων άρχισε ίσως και νωρίτερα από τον 4ο αιώνα χωρίς όμως την καθολική καθιέρωσή τους. Η καθιέρωση της Ιερατικής στολής είναι πολύ πιθανό να οφείλεται όχι στην από την πρακτική ανάγκη να διαφοροποιηθούν τα στελέχη της Εκκλησίας από τις άλλες κοινωνικές ομάδες και να δηλώσουν την ύπαρξή τους στο πλαίσιο μιας αυτοκρατορίας, όπου το ένδυμα έπαιζε το ρόλο ταυτότητας, άλλα και στο ότι τα ενδύματα των λειτουργών κατά την διάρκεια του μυστηρίου θα έπρεπε να είναι πεντακάθαρα και σαφώς πιο καινούργια από αυτά που χρησιμοποιούσαν στην προσωπική τους ζωή. Γεγονός είναι ότι η στολή αυτή δεν διέφερε καθόλου σε σχήμα και κοπή από τα καθημερινά τους ενδύματα.

 

Κατά την μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο εποχή, παρά το κύρος που απέκτησε ο κλήρος και την είσοδο των καλών τεχνών στην λατρεία αλλά και τις επιδράσεις από τον Ρωμαϊκό τρόπο ένδυσης δεν παρατηρήθηκε καμιά μεταβολή ή αλλοίωση στα άμφια. Εξακολουθούσαν να είναι αντιγραφές των καθημερινών ενδυμάτων και μόνο σε μερικές ράβονταν από βαρύτιμα υφάσματα τα οποία παρατηρούνται και αργότερα στις παραστάσεις των εικόνων. Ανομοιότητες των αμφίων με τα καθημερινά ενδύματα του λαού εμφανίζονται μετά τον 6ο αιώνα όχι για κανένα άλλο λόγο παρά του ότι η επιδρομή των λαών συντέλεσε στην επικράτηση νέων ηθών και στην μεταβολή και της ενδυμασίας που συνήθιζαν να φορούν. Το ίδιο όμως δεν συνέβη και με τον κλήρο ο οποίος διατήρησε αμετάβλητα τα ενδύματά του.

 

Χρώματα των αμφίων

 

Αρχικά τα άμφια και προπάντων ο μακρύς εσωτερικός χιτώνας ήταν πάντοτε λευκός (επιστολές Ιερώνυμου και Γρηγορίου του Τουρώνης). Αργότερα η ιερατική στολή άρχισε τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή να ράβεται από χρωματιστά υφάσματα. Σε αυτό συντέλεσε φυσικά και η συνήθεια των αυτοκρατόρων να φορούν κατά τις εορτές χρωματιστά ενδύματα και κοσμήματα αφού άλλωστε είναι γνωστό ότι τα άμφια δωρίζονταν στους αρχιερείς από τους αυτοκράτορες. Ήταν δηλαδή τα προσωπικά ενδύματα των Αυτοκρατόρων. Επίσης είναι γνωστό ότι οι αρχιερείς όριζαν ρούχα τους στους προκρίτους ορισμένα εκ των οποίων ήταν βασιλικά.

 

Άμφια της Ορθόδοξης Εκκλησίας

 

  • Στιχάριο, κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης
  • Οράριο, διακριτικό άμφιο του διακονικού βαθμού
  • Επιτραχήλιο, διακριτικό του βαθμού του ιερέα και του επισκόπου Ζώνη, κοινό για το ιερατικό και επισκοπικό αξίωμα
  • Φαιλόνιο, άμφιο του ιερέα
  • Μικρό και Μεγάλο Ωμοφόριο, Ποιμαντορική Ράβδος και Αρχιερατικό Εγκόλπιο, διακριτικά του αρχιερατικού αξιώματος

Αργότερα η ενδυμασία εμπλουτίστηκε με τα

  • Επιμανίκια και Επιτραχήλιο, τα οποία μέχρι το τέλος του 12ου αι. προσδιόριζαν τον επίσκοπο, αργότερα όμως τα επιμανίκια καθιερώθηκαν και στους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, ενώ το επιγονάτιο φοριόταν μόνο από τους βαθμοφόρους ιερείς.
  • Σάκος, αυτοκρατορικό ένδυμα που προσδιόριζε τους επισκόπους.
  • Μίτρα και Μανδύας, μέρη της αρχιερατικής ενδυμασίας.